Индекс:Греческий язык/Ε

Материал из Викисловаря
Индекс, составляемый вручную

Α · Β · Γ · Δ · Ε · Ζ · Η · Θ ·  Ι  · Κ · Λ · Μ · Ν · Ξ · Ο · Π · Ρ · Σ · Τ · Υ · Φ · Χ · Ψ ·

Ω

εα[править]

εαρινοποίηση
εαυτοσκοπία
εαυτούλης

εβ[править]

εβαπορίτες
έβγα
εβδομάδα
εβδομηκονταετία
εβδομηκονταετηρίδα
εβδομηκοντούτης
εβδομηκοντούτις
εβδομηντάρα
εβδομηντάρης
εβδομηνταριά
έβενος
εβενουργία
εβενουργική
εβενουργός
εβενούργημα
εβολουσιονισμός
εβονίτης
εβραία
εβραίος
εβραϊκά
εβραϊσμός
εβραϊστής

εγ[править]

εγ…

εδ[править]

εδάφιο
εδαφολογία
έδαφος
έδεσμα
εδεσματολόγιο
έδικτον
έδρα
εδραίωση
έδρανο
εδωδιμοπωλείο
εδωδιμοπώλης
εδώδιμα
εδώλιο

εθ[править]

εθελοδουλία
εθελοθυσία
εθελοντής
εθελοντισμός
εθελοτυφλία
εθελόντρια
έθιμο
εθισμός
εθνάρχης
εθναπόστολος
εθνεγέρτης
εθνεγερσία
εθνικίστρια
εθνικιστής
εθνικοποίηση
εθνικοσοσιαλισμός
εθνικοφροσύνη
εθνικός ύμνος
εθνικότητα
εθνισμός
εθνογράφος
εθνογραφία
εθνολογία
εθνομάρτυρας
εθνομουσικολογία
εθνοπατέρας
έθνος
εθνοσυνέλευση
εθνοσωτήρας
εθνοφρουρά
εθνοφρουρός
εθνοφυλακή
εθνοφύλακας
εθνοψυχιατρική
εθνοψυχολογία
εθνόσημο
εθνότητα
έθος
εθολογία

ει[править]

ειδή
ειδίκευση
ειδημοσύνη
ειδησεογραφία
ειδησεολογία
ειδικότητα
ειδοποίηση
ειδοποιητήριο
ειδωλολάτρης
ειδωλολάτρισσα
ειδωλολατρία
ειδωλοσκόπιο
ειδωλόθυτα
ειδύλλιο
ειδώλιο
εικασία
εικονική πραγματικότητα
εικονικότητα
εικονισμός
εικονογράφηση
εικονογράφος
εικονοκλασία
εικονολήπτης
εικονολήπτρια
εικονομάχος
εικονομαχία
εικονοστάσι
εικονοτυπία
εικοσάδα
εικοσάδραχμο
εικοσάρικο
εικοσαετία
εικοσαριά
εικοσιτετράωρο
εικοτολογία
εικόνα
εικόνισμα
εικός
εικών
ειλεός
ειλητάριο
ειλικρίνεια
ειμαρμένη
ειρήνεμα
ειρήνευση
ειρήνη
ειρηνευτής
ειρηνισμός

ειρηνιστής ειρηνοδίκης ειρηνοδικείο ειρηνοποιός ειρηνοφιλία ειρκτή ειρμός εισήγηση εισαγγελέας εισαγγελία εισαγωγέας εισαγωγή εισβολέας εισβολή εισδοχή εισηγήτρια εισηγητής εισοδηματίας εισπνευστήρας εισπράκτορας εισπράχτορας εισπρακτορίνα εισπρακτόρισσα εισροή εισφορά εισχώρηση εισόδημα εισόρμηση έιτζ ειωθός είδηση είδος είδωλο είλωτας είναι είρων είρωνας είσδυση είσοδος είσπλους είσπραξη

εκ[править]

εκ…

ελ[править]

ελ…

εμ[править]

έμβασμα
έμβλημα
έμβολο
έμβρυο
έμεσμα
έμμηνα
έμπλαστρο

έμπνευση έμπορας έμπορος έμπυο έμφαση έμφραξη εμίρης εμβάθυνση εμβάς εμβέλεια εμβαδομέτρηση εμβαδόμετρο εμβαδόν εμβατήριο εμβληματολογία εμβολή εμβολιασμός εμβολιοθεραπεία εμβολιοθεραπευτική εμβολισμός εμβρίθεια εμβροντησία εμβροχή εμβρυογένεση εμβρυογονία εμβρυοθυλάκιο εμβρυοθύλακος εμβρυοκαρδία εμβρυοκτόνία εμβρυολογία εμβρυοπάθεια εμβρυοπλαστία εμβρυουλκός εμβρυωρία εμβρυωρός εμβόλιο εμετοδοχείο εμετολογία εμετός εμιγκρέ εμμηνοληξία εμμηνοπαυσία εμμηνορραγία εμμηνορρυσία εμμηνοστασία εμμηνόπαυση εμμηνόρροια εμμονή εμμονοκρατία εμορφάδα εμορφιά εμπέτασμα εμπειροτεχνία εμπιστοσύνη εμπλοκή εμπλουτισμός εμπνευστής εμπνεύστρια εμπνοή εμποδίστρια εμποδισμός εμποδιστής εμποράκος εμπορία εμπορείο εμπορευματολογία εμπορευόμενος εμπορικάκι εμπορικό εμπορικότητα εμποριολογία εμποροκρατία εμποροκρατισμός εμπορομεσίτης εμποροπανήγυρη εμποροπλοίαρχος εμποροράφτης εμποροραφείο εμποροϋπάλληλος εμποτισμός εμπρήστρια εμπρεσιονισμός εμπρεσιονιστής εμπρησμός εμπρηστής εμπροσθοφυλακή εμπτυσμός εμπόδιο εμπόδιση εμπόρευμα εμπόριο εμπόρισσα εμπότιση εμπύημα εμπύρευμα εμφάνιση εμφανιστήριο εμφιάλωση εμφυτοκρατία εμφύσημα εμφύσηση εμφύτευση εμψυχωτής εμψύχωση

εν[править]

εν…

εξ[править]

έξαλα έξαρμα έξαρση έξαρχος έξαψη έξη έξις έξοδο έξωση

έπαθλο έπαινος έπακρο έπαλξη έπαρμα έπαρση έπαρχος έπαυλη έπιπλο έπος έποψ έποψις

έρανος έρεβος έρεισμα έρευνα έριδα έριο έρκος έρμα έρμαιο έρπης έρωτας

έσοδο έσπερος

έφεση έφηβη έφοδος έφορος

έχθρα έχθρητα έχιδνα έχτρα έχτρητα

έψιλον έψιμα

εξάγγελος εξάγωνο εξάδα εξάδελφος εξάδερφος εξάεδρο εξάλειψη εξάμβλωμα εξάμβλωση εξάνθημα εξάντας εξάντληση εξάπλωση εξάρα εξάρθρωση εξάρτιση εξάρτυση εξάσκηση εξάχνωση εξέγερση εξέλεγξη εξέλιξη εξέλκωση εξέταση εξέταστρα εξήγηση εξίδρωμα εξίδρωση εξίσωση εξαέρωση εξαίρεση εξαΰλωση εξαγγελία εξαγιασμός εξαγνισμός εξαγορά εξαγρίωση εξαγωγέας εξαγωγή εξαγόμενο εξαγόραση εξαδέλφη εξαδέρφη εξαερισμός εξαεριστήρας εξαερωτήρας εξαετία εξαθλίωση εξαιρετικότητα εξακολούθηση εξακοντισμός εξακοσαριά εξακρίβωση εξακόντιση εξαλάτωση εξαλλαγή εξαλλοίωση εξαλλοσύνη εξαμηνία εξανάσταση εξανέμιση εξαναγκασμός εξανδραποδισμός εξανθρωπισμός εξαπάτηση εξαπλασιασμός εξαποδός εξαποδώ εξαπτέρυγα εξαπόλυση εξαργύρωση εξαρχάτο εξαρχία εξαρχαϊσμός εξασθένηση εξασφάλιση εξατομίκευση εξαφάνιση εξαφανισμός εξαχρείωση εξειδίκευση εξελικτισμός εξελιξιαρχία εξελιξικρατία εξελληνισμός εξερέθιση εξεργασία εξερευνήτρια εξερευνητής εξερεύνηση εξετάστρια εξεταστής εξευγένιση εξευγενισμός εξευμένιση εξευμενισμός εξευρωπαϊσμός εξευτελισμός εξεύρεση εξηγητής εξηκονταετία εξηκοντούτης εξηκοντούτις εξηλεκτρισμός εξημέρωση εξηντάρα εξηντάρης εξηνταβελόνης εξηνταριά εξιλέωση εξιλασμός εξισλαμισμός εξισορρόπηση εξιστόρηση εξιτήριο εξιχνίαση εξιχνιάστρια εξιχνιαστής εξοίδημα εξοίδηση εξοβελισμός εξοδούμπα εξοδούχος εξοικείωση εξοικονόμηση εξολίσθημα εξολίσθηση εξολοθρευτής εξολοθρεύτρα εξολοθρεύτρια εξολόθρευση εξομάλιση εξομάλυνση εξομοίωση εξομολογητήριο εξομολογητής εξομολόγηση εξονειδισμός εξονύχιση εξοπλισμός εξορία εξορισμός εξορκισμός εξορκιστής εξοστρακισμός εξουδετέρωση εξουθένωση εξουσία εξουσιάστρα εξουσιάστρια εξουσιαστής εξουσιοδότηση εξουσιομανία εξοφθαλμία εξοφλητήριο εξοχή εξοχικό εξοχότητα εξπέρ εξπρές εξπρεσιονισμός εξπρεσιονιστής εξτρεμίστρια εξτρεμισμός εξτρεμιστής εξυγίανση εξυπηρέτηση εξυπνάκιας εξωβιολογία εξωγαμία εξωκλήσι εξωμοσία εξωμότης εξωμότρια εξωραϊσμός εξωστρέφεια εξωτερίκευση εξωτερικό εξωτισμός εξωφρενισμός εξόγκωμα εξόγκωση εξόντωση εξόπλιση εξόργιση εξόριση εξόρμηση εξόρυξη εξόφληση εξύβριση εξύμνηση εξύφανση εξύψωση εξώθηση εξώθυρα εξώπορτα εξώπροικα εξώσφαιρα εξώφυλλο εορτή εορτασμός εορταστής εορτολόγιο επάγγελμα επάλειψη επάνδρωση επάνοδος επάρκεια επέκταση επέλαση επέλευση επέμβαση επένδυση επέτειος επήρεια επίατρος επίβλεψη επίγνωση επίγονος επίγραμμα επίδειξη επίδεση επίδομα επίδοση επίδραση επίθεμα επίθετο επίθημα επίκεντρο επίκληση επίκριση επίκρουση επίκυψη επίλαρχος επίλογος επίλυση επίμαχος επίμετρο επίναυλος επίνειο επίνευση επίνοια επίπαγος επίπασις επίπεδο επίπλευση επίπληξη επίπλουν επίπλους επίπλωση επίπτωση επίρρημα επίρρωσις επίσαξις επίσκεψη επίσπευση επίσταξη επίστεψη επίστρατος επίστρωμα επίστρωση επίσχεση επίταξη επίταση επίτευγμα επίτευξη επίτοκος επίτροπος επίφαση επίφυση επίχειρα επίχριση επίχρισμα επίχωμα επίψαυση επαίτης επαγγελία επαγγελματίας επαγγελματικότητα επαγγελματισμός επαγρύπνηση επαγωγή επαινέτης επαιτεία επακολουθία επακολούθημα επακολούθηση επακτή επακόλουθο επαλήθευση επαλληλία επαμφοτερισμός επανάκτηση επανάληψη επανέκδοση επανίδρυση επαναγωγή επαναδίπλωση επαναπατρισμός επαναπροωθώ επαναστάτης επαναστάτισσα επαναστάτρια επαναστατικότητα επανασύνδεση επανατοποθέτηση επαναφορά επανεκλογή επανεμφάνιση επανεξέταση επανωφόρι επανόρθωση επαργύρωση επαρχία επαρχείο επαρχιωτισμός επαρχιώτης επαρχιώτισσα επαφή επαύξηση επεισόδιο επεκτατισμός επεμβατισμός επενέργεια επενδυτής επενδύτης επενδύτρια επεξήγηση επεξεργασία επερώτηση επετηρίδα επευφημία επηρεασμός επιβάλλον επιβάρυνση επιβάτης επιβάτιδα επιβάτισσα επιβάτρια επιβήτορας επιβίωση επιβεβαίωση επιβλητικός επιβλητικότητα επιβοήθεια επιβοήθημα επιβολή επιβουλή επιβράβευση επιβράδυνση επιβραδυντής επιγένεση επιγαμία επιγενόμενοι επιγλωττίδα επιγονατίδα επιγονισμός επιγραμματοποιός επιγραφή επιγραφική επιγραφοποιία επιγραφοποιός επιδίκαση επιδίωξη επιδαψίλευση επιδεικτισμός επιδειξίας επιδειξιμανία επιδεκτικότης επιδεκτικότητα επιδεξιοσύνη επιδερμίδα επιδερμικότητα επιδημιολογία επιδιαιτησία επιδιαιτητής επιδιδυμίδα επιδιδυμίτιδα επιδιορθωτής επιδιορθώτρια επιδιόρθωμα επιδιόρθωση επιδοκιμασία επιδομή επιδοτήριο επιδρομέας επιδρομή επιδόρπια επιδόρπιο επιδότηση επιείκεια επιζήτηση επιζωοτία επιθήλιο επιθαλάμιο επιθετικός επιθετικότητα επιθεωρήτρια επιθεωρησιογράφος επιθεωρητής επιθεώρηση επιθυμία επικάλυμμα επικάλυψη επικέντρωση επικήρυξη επικαιρότητα επικαρπία επικαρπωτής επικασσιτέρωση επικεφαλής επικεφαλίδα επικοινωνία επικονίαση επικοντιστής επικουρία επικουρισμός επικράτεια επικράτηση επικρίτρια επικριτής επικρουστήρας επικρότηση επικυριαρχία επικόλληση επικύρωση επιλεκτικότητα επιλεξιμότητα επιληψία επιλογή επιλοχία επιμέλεια επιμέτρηση επιμήθεια επιμήκυνση επιμίσθιο επιμαρτυρία επιμειξία επιμελήτρια επιμελητήριο επιμελητής επιμελητεία επιμερισμός επιμετάλλωση επιμηθέας επιμιξία επιμονή επιμόλυνση επιμόρφωση επιμύθιο επινίκια επινεφρίδια επινεφρίδιο επινικέλωση επινοήτρια επινοητής επινόημα επινόηση επιορκία επιπεδομετρία επιπεφυκίτιδα επιπεφυκώς επιπλοκή επιπλοποιία επιπλοποιείο επιπλοποιός επιπολαιότητα επιπρόσθετος επιπωμάτιση επιπωμάτισις επιπωματισμός επιρρέπεια επισήμανση επισημοποίηση επισημότητα επισιτισμός επισκέπτης επισκέπτρια επισκίαση επισκεπτήριο επισκευάστρια επισκευή επισκευαστής επισκεψιμότητα επισκόπηση επισκόπιση επισκότιση επισμηναγός επιστάτης επιστάτισσα επιστάτρια επιστέγαση επιστέγασμα επιστήμονας επιστασία επιστημολογία επιστημονισμός επιστημοσύνη επιστημόνισσα επιστητό επιστολάριο επιστολή επιστολογράφος επιστολογραφία επιστράτευση επιστροφή επιστόμιο επιστύλιο επισφράγιση επισφράγισμα επισώρευση επιτέλεση επιτήδευμα επιτήδευση επιτήρηση επιτίμηση επιτίμιο επιταγή επιταχυνσιογράφος επιταχυντής επιτελάρχης επιτελείο επιτηδειότητα επιτηδευματίας επιτηρήτρια επιτηρητής επιτολή επιτομή επιτραχήλιο επιτροπή επιτροπεία επιτρόπευση επιτυχία επιτόκιο επιφάνια επιφοίτηση επιφυλακή επιφυλακτικότητα επιφυλλίδα επιφυλλιδογράφος επιφυλλιδογραφία επιφόρτιση επιφύλαξη επιφώνημα επιφώνηση επιχάλκωση επιχειρηματίας επιχειρηματικότητα επιχειρηματολογία επιχορήγηση επιχρυσωτής επιχρωμίωση επιχρύσωμα επιχρύσωση επιχωμάτωση επιψήφιση εποίκηση εποίκιση εποικισμός εποικοδόμημα εποικοδόμηση επονομασία εποποιία εποπτεία εποχικότητα επούλωση επτάστερο επταέτις επταήμερο επταετία επωδή επωδός επωμίδα επωνυμία επόπτευση επόπτης επόπτρια επώαση επώνυμο εράνισμα ερέα ερέβινθος ερέθισμα ερέτης ερήμωση ερίφης ερίφι ερίφιο ερίφισσα εραλδική ερανίστρια ερανισμός ερανιστής ερασιτέχνης ερασιτέχνισσα ερασιτεχνία ερασιτεχνισμός ερασμιότητα εραστής εργάτης εργάτρια εργένης εργένισσα εργαλείο εργαλειοθήκη εργασία εργασιοθεραπεία εργασιολογία εργαστήρι εργαστήριο εργατιά εργατικότητα εργατοκρατία εργατοπατέρας εργατοπατερισμός εργενιλίκι εργοδηγός εργοδοσία εργοδότης εργοδότισσα εργοδότρια εργολάβος εργολήπτης εργολήπτρια εργολαβία εργοληψία εργομετρία εργονομία εργοστάσιο εργοστασιάρχης εργοτάξιο εργόμετρο εργόχειρο ερείκη ερείπιο ερείπωση ερεθισμός ερεθιστικότητα ερειπιώνας ερεισίνωτο ερευγμός ερευνήτρια ερευνητής ερευνητικότητα ερημία ερημίτης ερημίτισσα ερημητήριο ερημιά ερημοδικία ερημοκλήσι ερημοκλησιά ερημονήσι ερημοσπίτης ερημόνησο ερημότοπος ερινύα εριουργία εριουργείο ερμάρι ερμήνευμα ερμαφροδισία ερμηνεία ερμηνευτής ερμηνεύτρια ερμητικότητα ερμητισμός ερμιά ερπετό ερπυσμός ερυθρά ερυθρίαση ερυθραιμία ερυθρόδερμη ερυθρόδερμος ερυθρότητα ερυσίβη ερυσίπελας ερφαφροδιτισμός ερχομός ερωδιός ερωμένη ερωμένος ερωταπόκριση ερωτηματικό ερωτιδέας ερωτισμός ερωτοδουλειά ερωτομανία ερωτοτροπία ερωτόλογα ερωτύλος ερύθημα ερώτημα εσάρπα εσθονικά εσμός εσοδεία εσοχή εσπέρα εσπέρας εσπεράντο εσπερία εσπερίδα εσπεριδοειδή εστέρες εστέτ εστία εστίαση εστιάτορας εστιατόριο εσχάρα εσχατιά εσχατολογία εσχατόγηρος εσωστρέφεια εσωτερικό εσωτερικότητα εσωτερισμός εσώρουχο εταίρα εταίρος εταζέρα εταιρία εταιρεία εταιρισμός ετεροίωση ετερογαμία ετεροδημότης ετεροδημότισσα ετεροδικία ετεροδοξία ετερομέρεια ετερομορφία ετερομορφισμός ετερονομία ετεροπροσωπία ετεροφυλία ετεροχρονία ετεροχρονισμός ετερότητα ετικέτα ετοιμασία ετοιμολογία ετοιμότητα ετσιθελισμός ετυμηγορία ετυμολογία ετυμολόγημα ευήθεια ευαγγέλιο ευαγγελίστρια ευαγγελισμός ευαγγελιστής ευαισθησία ευαισθητοποίηση ευαρέσκεια ευαρέστηση ευβουλία ευγένεια ευγηρία ευγλωττία ευγνωμοσύνη ευγονία ευγονική ευγονισμός ευγραμμία ευδία ευδαιμονία ευδαιμονίστρια ευδαιμονισμός ευδαιμονιστής ευδιαθεσία ευδιαλυτότητα ευδοκία ευδοκίμηση ευεξία ευεργέτημα ευεργέτης ευεργέτισσα ευεργεσία ευεργετικότητα ευερεθιστότητα ευζωία ευηκοΐα ευημερία ευθέτησις ευθανασία ευθεία ευθιξία ευθραυστότητα ευθυβολία ευθυγράμμιση ευθυδικία ευθυκρισία ευθυμία ευθυμογράφημα ευθυμογράφος ευθυμογραφία ευθυμολογία ευθυμολόγημα ευθυμολόγος ευθυνοφοβία ευθύαυλος ευθύνη ευθύτητα ευκάλυπτος ευκή ευκαιρία ευκαλυπτέλαιο ευκαμψία ευκινησία ευκοιλιότητα ευκολία ευκοσμία ευκρίνεια ευκρασία ευκτική ευλάβεια ευλαλία ευλογία ευλογητάρια ευλογητάριο ευλογιά ευλογοφάνεια ευλυγισία ευλόγηση ευμάθεια ευμάρεια ευμένεια ευμεταβλησία ευνή ευνοιοκρατία ευνομία ευνουχισμός ευνούχος ευορκία ευοσμία ευπάθεια ευπατρίδης ευπείθεια ευπεψία ευπιστία ευπορία ευπρέπεια ευπραγία ευπρεπισμός ευπροσηγορία ευραπηλιώτης ευρεσιτέχνης ευρεσιτεχνία ευρετήριο ευρυθμία ευρυμάθεια ευρυχωρία ευρωβουλή ευρωβουλευτής ευρωβουλευτίνα ευρωδίπλωμα ευρωδολάριο ευρωκοινοβούλιο ευρωκομουνισμός ευρωκομουνιστής ευρωλιμένας ευρωπαΐστρια ευρωπαϊσμός ευρωπαϊστής ευρωπύραυλος ευρωστία ευρωτίαση ευρύτητα ευρώς ευσέβεια ευσαρκία ευσπλαχνία ευστάθεια ευστατισμός ευστοχία ευστροφία ευσυνειδησία ευσχημοσύνη ευτέλεια ευταξία ευτελισμός ευτηξία ευτολμία ευτονία ευτρεπισμός ευτροφία ευτροφισμός ευτυχία ευτύχημα ευφημισμός ευφλογιστία ευφορία ευφράδεια ευφροσύνη ευφυΐα ευφυολογία ευφυολόγημα ευφυολόγος ευφωνία ευφώνιο ευχέλαιο ευχέρεια ευχέτης ευχέτις ευχή ευχαρίστηση ευχαριστία ευχολόγιο ευχρηστία ευψυχία ευωδία ευωδιά ευωχία ευόδωση εφάπλωμα εφέ εφέτης εφήβαιο εφίδρωση εφίππιον εφαλτήριο εφαλτήρο εφαπλωματοποιός εφαρμογή εφαρμοστής εφεδρεία εφεκτικότητα εφελκίς εφελκυσμός εφετείο εφευρέτης εφευρέτρια εφευρετικότητα εφεύρεση εφεύρημα εφηβεία εφηλίς εφημέριος εφημερία εφημερίδα εφημεριδοπώλης εφημεριδοπώλισσα εφημεριδοφάγος εφησυχασμός εφιάλτης εφοδιασμός εφοδιοπομπή εφοπλισμός εφοπλιστής εφορία εφορεία εφτάζυμο εφτάρι εφτάστερο εφτάστιχο εφταετία εφτακοσαριά εφυάλωμα εφυάλωση εφφέ εφόδιο εφόρμηση εχίνος εχεμύθεια εχεφροσύνη εχθρά εχθροπάθεια εχθροπραξία εχθρότητα εχινοκοκκίαση εχινόδερμα εχινόκοκκος εχτρός εωθινό εωσφόρος εύδρομο εύζωνας εύκλεια εύνοια εύρεση εύρημα εύρος εύσημο